Ένας πατέρας κι ένα ψεύτικο χαμόγελο Δύο γυναίκες μες στο σπίτι μου το σιωπηλό Ανακαλώ, τη μνήμη μου παρακαλώ Και μες στον νου μου σαν τρελός ψάχνω για κόκκους του βυθού μου Όσο εθίζομαι, ζωή, τόσο βυθίζομαι Μέσα στο κέλυφος της Γης άνθρωπος χρήζομαι Και όσο ψάχνω στον βυθό χάνεται ο ήχος μου Ψάχνω τα τούβλα φτιάχνοντας ξανά το τοίχος μου Ένα σχολείο, ένα θρανίο και ένα βιβλίο Που σαν ηχείο μου μεταδίδει την αλήθεια του Σαν το παιδί σε ένα πορνείο κρύο σαν ψυγείο Κι ένα σαρκίο που όλο βύζαινα τα στήθια του Και μες τους κόκκους του βυθού μου βρισκω ψέματα Κλείνω τα μάτια και θυμάμαι πάλι βλέμματα Σαν άτομα σε σχάση, σαν δυο καμένα δάση Θυμόμαστε ταυτόχρονα την πιο βαθιά μας στάση Σαν τον Χριστό σε μια σκηνή τόσο φθηνή Σαν το παιδί ενός ξυλουργού που σταυρώσανε για ένα κήρυγμα Σαν διαιτητής σ' ένα παιχνίδι τόσο πουλημένο Που οι οπαδοί του με σκότωσαν για ένα σφύρηγμα Στον καμβά μου ζωγράφος, στον βυθό μου μονάχος Τα πόδια μου στο κέλυφος, στο μυαλό μου το λάθος Στην καρδιά μου το πάθος, στην ψυχή μου ένας βράχος Σ' έναν πλανήτη που 'χει γίνει υδάτινος τάφος Μιλάω για τα προσωρινά που γίναν μόνιμα Συνθέτοντας το ψυχικό μου οικοδόμημα Είναι η πλευρά η σκοτεινότερη του νου μου Ψάχνοντας για 'σένα μες στους κόκκους του βυθού μου Εγώ είμαι αυτός που μεταφράζει το εγώ σου Κι εσύ είσαι αυτός που κάνει τον μαλακά στο κοινό σου Θρησκεία και ήθη μεγαλουργήσαν εντός σου Κι εσύ ανατινάζεσαι, φονιά, για τον θεό σου Σαν τους προδότες κρεμιόμαστε στον υμένα της Τα μαύρα μας πανιά φουσκώνουν στον πυθμένα της Σαν ψεύτες πάντοτε χορταίνουμε το ψέμα της Σαν δολοφόνοι ζεσταινόμαστε στο αίμα της Κι αυτοί οι κόκκοι αστέρια πέσανε στη θάλασσα Και κάθισαν σαν τα ταλέντα που τα παράτησαν Σαν τα πουλιά που μετανάστευσαν, χάθηκαν Σαν ερωμένες μανές που φύγαν και ξαναγάπησαν Κι εγώ σκυφτός στον εγκεφαλικό υμένα μου Ψάχνω για κόκκους που 'χω χάσει στον πυθμένα μου Ψάχνω για ταύρους που 'χουν πέσει στην αρένα μου Μες στα βιώματα και μες στα απωθημένα μου Σαν υποβρύχιο στον πάτο του ωκεανού που σάπισε Κι έγινε τάφος για όλους τους ναύτες του Σαν διαλυμένη πόλη, σε μια διαλυμένη χώρα, Σ' έναν κόσμο που αργοπεθαίνει κάτω απ' τις στάχτες του Στον καμβά μου ζωγράφος, στον βυθό μου μονάχος Τα πόδια μου στο κέλυφος, στο μυαλό μου το λάθος Στην καρδιά μου το πάθος, στην ψυχή μου ένας βράχος Σ' έναν πλανήτη που 'χει γίνει υδάτινος τάφος Μιλάω για τα προσωρινά που γίναν μόνιμα Συνθέτοντας το ψυχικό μου οικοδόμημα Είναι η πλευρά η σκοτεινότερη του νου μου Ψάχνοντας για 'σένα μες στους κόκκους του βυθού μου Σήκω, δεν έχεις χρόνο Η μνήμη σπάει τα φινιστρίνια Και χύνεται στα μάτια των πολλών και τα αυτιά των αδιάφορων Τα τείχη σου πέφτουν Σαν κάστρα παιδιών στην άμμο τη στιγμή που τα συναντάει το κύμα Δε φοβάσαι μη δούνε μέσα σου; Ή μήπως παριστάνεις τον ελεύθερο; Σήκω, σου λέω Οι λαμαρίνες πετάνε το χρώμα τους Σαν το πρόσωπο σου που σπάει μπροστά στους καθρέφτες τους αμίληκτους Μην τους μιλάς Δεν την αξίζουν αυτήν τη θέα