Ήταν Δευτέρα αραζαμε Μικέλ με ΚΧ παρέα μιλάγαμε για γκόμενες για το ποια είναι η πιο ωραία και εκεί που περιμένω τον καφέ μου μια ώρα σκάει μύτη (σκάει η μύτη) η καινούργια σερβιτόρα παθαίνουμε και οι τρεις μας πλάκα τι βυζί είναι αυτό μαλάκα μιλά πιο σιγά γιατί μας άκουσε ρε βλάκα μπαίνει στοίχημα ποιος θα την ρίξει στο κρεβάτι σηκωνομε από τη θέση μου και της πιάνω τον κολο Ανωμαλε (σφαλιάρα) με συγχωρείς το παιδί είναι λίγο χαζό smash το όνομα μου για να σου συστηθω σε βλέπω τόση ώρα που γυρνάς εδώ και εκεί σίγουρα μοντέλο είσαι με τέτοιο κορμί άσε τους καφέδες και έλα λίγο εδώ φέρε μου το κινητό σου και έναν φραπέ γλυκό αφού το ξέρω κούκλα μου το θέλω όπως το θες και εσύ άσε μάγκα μου το έφαγες το Χ στο μυαλό η σερβιτόρα έχω πάρει φόρα μου λένε όλοι προχωρά τι να κάνω τώρα γουστάρω τα βυζιά της με στέλνει η ομορφιά της να ξέρεις μάγκα θα έκανα για πλάκα τα παιδιά της στο μυαλό η σερβιτόρα έχω πάρει φόρα μου λένε όλοι προχωρά τι να κάνω τώρα γουστάρω τα βυζιά της με στέλνει η ομορφιά της να ξέρεις μάγκα θα έκανα για πλάκα τα παιδιά της τελευταία ευκαιρία τελευταίο σκηνικό ήθελα να της μιλήσω και με τρόπο να χωθώ ισχυωνω φράντζα ώστε συνήθως ξεχωρίζεις με στο πλήθος είσαι μύθος και για πάρτι σου εγώ χάνω κάθε ήθος βγες μαζί μου θα είμαι κύριος όπως πάντα και τη φάση μας την κάνω εγω ερωτική μπαλάντα είμαι ζάντα και άρχισα τα κύριε ελέησον και αν το ναι μου πεις μωρό μου κόβω και το Play Station δεν με αφήνει να τελειώσω και με πιάνει από το χέρι σκύβει λέει πως με ξέρει "είσαι αδερφός της Mary" φίλες είναι λέει και θέλει και εμείς να βγούμε μα εντέλει όταν βγήκαμε άλλο ήθελε να πούμε στο δεύτερο ποτό όταν είπα να την πιάσω μόνο για φίλο με ήθελε και αυτά να τα ξεχάσω σηκώνομαι πληρώνω και της λέω "άντε γαμησου" να δω ποιο φλώρο προτιμάς να έχεις στη ζωή σου την άλλη μέρα όμως όταν βγήκα Περιστέρι την είδα να φασωνει την αδερφούλα την Mary λεσβία σερβιτόρα μου έκοψε τη φόρα με το άκυρο που έφαγα γελάει ολοι η χώρα δεν θέλει το πουλί μαύρισε η ψυχή και από όλα τα κούνια αυτή γάμα την αδερφή μου λεσβία σερβιτόρα μου έκοψε τη φόρα με το άκυρο που έφαγα γελάει ολοι η χώρα δεν θέλει το πουλί μαύρισε η ψυχή και από όλα τα κούνια αυτή γάμα την αδερφή μου