Καλό φεγγάρι λέω, χρυσό χαλίκι στο βυθό του ονείρου σου, με μάτια που πονούν από την αγρύπνια, καλό φεγγάρι λέω. Μα ποιος θα ακούσει τούτο το τραγούδι; Καλά καλά γιατί το τραγουδώ; Μέσα στις χούφτες μου κρατώ τον άνεμο, ξέρει πολλά πανιά, ξέρει πολλά μαντήλια. Μα ποιος θα ακούσει τούτο το τραγούδι; Οι φίλοι, ξέρεις, λιγοστεύουνε, γίνονται δικηγόροι, γιατροί, καθηγητές. Ξαφνιάζεσαι μια μέρα, αρχίζουν να μιλάνε γι' αυτοκίνητα, ταξίδια στην Ευρώπη. Αυτά δεν είναι άσχημα, μονάχα ασυνήθιστα. Ξαφνιάζεσαι μια μέρα, κοιτάς τα μάτια μιας γυναίκας, λες σιγανά παλιούς σκοπούς: Θα φύγω το χειμώνα γέρνοντας λίγο αριστερά από το βάρος της αγάπης σου. Θα φύγω το χειμώνα γέρνοντας λίγο αριστερά από το βάρος της αγάπης σου. Καλό φεγγάρι λέω, χρυσό χαλίκι στο βυθό του ονείρου σου, με μάτια που πονούν από την αγρύπνια, καλό φεγγάρι λέω. Μα ποιος θα ακούσει τούτο το τραγούδι;