Σαν τη σχολή μου ο στίχος, για να πας μπροστά χρειάζεται εξειδίκευση Όταν όλες οι άμυνες πέφτουνε, βγάζω απ' τη τσέπη την εξιδανίκευση Μόνο μες στα κουπλέ μου γουστάρω παρήχηση, άσε τις επαναλήψεις Καταπίνω 2 λόγια πικρά, πλέον το προτιμώ απ' το να με τρώνε οι τύψεις Τύλιγα τα χέρια μου με όσα μου πες κι ήταν σαν να δένω τα μπαντάζ Μου δίναν δύναμη όταν ήμουν στα σχοινιά, τώρα παίρνω το αβαντάζ Πετώ σα Mirage πάνω από τη πόλη, πλέον δεν μας σταματάει το καρακόλι Το παιδί στο χαρτί πόνο αποτυπώνει, δε ματώνει από σφαίρα μα από τιμόνι Με ένα άτσαλο βήμα στο δρόμο ξεμπέρδευα τα ακουστικά κι αυτά εμένα Η αλήθεια γκρεμίζεται μα μένει αλήθεια, τα ψέματα καλοφτιαγμένα Κάνε ό,τι θες με τα θέλω σου, μόνο μη βρω τα δικά μου χτυπημένα Τι ουσία έχει η ουσία αν σου αφήνει συκώτια και χέρια τρυπημένα Ο ψέκας της γειτονιάς μου έβαλε μπλε, θα τον τσαντίσει το κουπλέ Από σπόρο τον θυμάμαι στόκο απλά στον καναπέ, τώρα σε Citroen Πριν κάποια χρόνια μες στην τουαλέτα κλειδαμπαρωμένος 2-3 ώρες Ρεζίλης χαφιές σε 3 χώρες, ευχήσου να μη κάνει κόρες Μη κοιτάς τα γραπτά μου αν δεν σου τα λέω, είναι σαν να τα βλέπεις νεκρά Δε καταλάβαινες λέξη κι ας ήταν τα μάτια σου υγρά Ήρθα απ' τη γειτονιά, μας θυμάμαι μικρά, σκονισμένα μουτράκια, σορτσάκια και σκισμένα γόνατα Κάποιοι μεγάλωσαν απότομα, ας μην γεράσουν μονότονα Ακόμα Δεν Έχω Ιδέα, ακόμα γυρεύω Εξοικείωση Ακόμα και τώρα μου είπες 7 κι ήμουν κάτω απ' το σπίτι 6.20 Ακόμα με τα ίδια κουσούρια, να μας φθείρουν απ' τα γεννητούρια Μου πες ως εδώ δε παλεύεται άλλο, άιντε καλά ξυπνητούρια Ακόμα Δεν Έχω Ιδέα, ακόμα γυρεύω Εξοικείωση Ακόμα και τώρα μου είπες 7 κι ήμουν κάτω απ' το σπίτι 6.20 Ακόμα με τα ίδια κουσούρια, να μας φθείρουν απ' τα γεννητούρια Μου πες ως εδώ δε παλεύεται άλλο Ήξερα πολύ πριν από την πολυτέ, ποιοι κρατάν τη δάδα μου αναμμένη Κι είπαν σαν να 'ταν δικιά τους εκείνη τη μπάρα, τη μαύρη, τη ξεχασμένη Έμαθα από ένα φιλί στα κλεφτά, να πηγαίνεις μπροστά τι σημαίνει Και μου μαθε πίσω τι μένει, μια ροδιά στην αυλή ξεραμένη Ετοιμάζω ένα EP, άσε το κοινό να δω η μάνα μου τι θα μου πει Στάζει το μελάνι τραβώντας φως κι ύλη σαν να 'ταν μελανή οπή Δεν ήταν εκεί σε εγκατέλειψαν, προτού το πρώτο νεράντζι κοπεί Ψυχραίνονται κι απομακρύνονται όλα, είναι σαν εντροπία η ντροπή